- πάγρος
- (pagrus). Γένος ψαριών της οικογένειας των σπαριδών. Αριθμεί 20 είδη σπάρων που ζουν στις θερμές και εύκρατες θάλασσες. Το αξιολογότερο είδος είναι ο π. ο κοινός ο οποίος φτάνει σε μήκος τα 65 εκ. Το βάρος του φτάνει τα 5 κιλά και ο χρωματισμός του είναι ασημοκόκκινος στη ράχη και στις πλευρές και ασημόφαιος στην κοιλιά. Ο π. συνηθίζει την άνοιξη να ανεβαίνει στα ποτάμια ενώ τον χειμώνα κατεβαίνει στη θάλασσα, όπου ζει σε μεγάλα βάθη. Είναι περιζήτητος για το νόστιμο κρέας του.
Ο πάγρος, ψάρι της οικογένειας των Σπαριδών.
* * *ο (Α πάγρος)το φαγκρί.[ΕΤΥΜΟΛ. < λατ. pagrus / pager (< φάγρος*)].
Dictionary of Greek. 2013.